Παρά τα προβλήματα και τις αντιξοότητες της
εποχής, στο χώρο της πολύπαθης εκπ/σης, ακόμη δεν έχει σβήσει η δημιουργική
πνοή κάποιοων, που επιμένουν κι αντιστέκονται. Όπως το δικό μας, ΚΠΕ Άμφισσας,
που με τα προγράμματα και την υψηλή προσέλευση Σχολείων, επιμορφώνει και
προβάλλει τον τόπο μας, έτσι και το ΚΠΕ Μολάων, έχει μια σημαντική διαδρομή και
πολύ πλούσια δραστηριότητα.
Το σαββατοκύριακο 13-14 Μαΐου 2017, διοργάνωσε στο χώρο του Αγ. Νικολάου στο Κάστρο της Μονεμβασιάς ένα Συνέδριο, με αθρόα συμμετοχή από όλη την Ελλάδα, 60-80 άτομα, κυρίως εκπ/κοί, με θέμα «Πολιτιστικά Μνημεία – Περιβάλλον, Αειφορία». Μεταξύ των συμμετασχόντων και οι Γ. Κολιαβάς και Δ. Παλούκης, απ’ το Γυμνάσιο Άμφισσας.
Το σαββατοκύριακο 13-14 Μαΐου 2017, διοργάνωσε στο χώρο του Αγ. Νικολάου στο Κάστρο της Μονεμβασιάς ένα Συνέδριο, με αθρόα συμμετοχή από όλη την Ελλάδα, 60-80 άτομα, κυρίως εκπ/κοί, με θέμα «Πολιτιστικά Μνημεία – Περιβάλλον, Αειφορία». Μεταξύ των συμμετασχόντων και οι Γ. Κολιαβάς και Δ. Παλούκης, απ’ το Γυμνάσιο Άμφισσας.
Διασχίζοντας την Α. Πελοπόννησο απ’ το
Βορρά ώς το Νότο, σε μια διαδρομή απ’ την πευκόφυτη Κορινθία και την
ειδυλλιακήν Επίδαυρο, το οροπέδιο της Αρκαδίας, τα βουνά της Λακωνίας, ώς τον
κάμπο του Ευρώτα, η αποστολή κατέλυσε στην πολύ πρόσφατα αποπερατωθείσα κατά
ένα τμήμα της, Μαθητικήν Εστία Μολάων. Το ΚΠΕ Μολάων φιλοξενείται στο 1ο
ΕΠΑΛ. Ήσυχη πόλη, σε δροσερή πλαγιά χτισμένη, είχε κίνηση και ζωή, ώς την
προχωρημένη νύχτα. Νωρίς το πρωί του Σαββάτου 13 τρέχ. όλοι οι μετέχοντες πήγαν
στην ιστορική Μονεμβασιά. Τα μάτια θαύμασαν αχόρταστα τον περήφανα υψωμένο μες
στη θάλασσα βράχο, το ατέλειωτο γαλάζιο, το πράσινο στην απέναντι ΝΑ απόληξη
της Πελοποννήσου και η μνήμη ανέσυρε όση σχετική ύλη διαβασμάτων διατηρούσε,
για τον τόπον εκείνο και τις περιπέτειές του στη μακρά ιστορική διαδρομή. Την πόλη δηλ. της Α
Πελοποννήσου-Λακωνίας, περισσότερο γνωστή απ’ το μεσαιωνικό φρούριο, επί του ομώνυμου "Βράχου της Μονεμβασιάς", στην
κυριολεξία μικρή νησίδα που συνδέεται με γέφυρα σε σχηματιζόμενο λαιμό
συνολικού μήκους 400 μ. με τη σημερινή παράλια κατ’ έναντι πόλη. Την
αποκαλούσαν «Γιβραλτάρ της ανατολής», επειδή τυγχάνει να είναι σε σμίκρυνση
πανομοιότυπη με τον βράχο του Γιβραλτάρ. Μπαίνοντας στην πόλη ο κεντρικός δρόμος με
το βυζαντινό καλντερίμι, οδηγεί στη Κεντρική Πλατεία, με το παλαιό κανόνι και
την Εκκλησία του Ελκομένου Χριστού.
Η
καίρια θέση της στο θαλάσσιο δρόμο προς την Α. Μεσόγειο την έκαναν στόχο
πειρατικών επιδρομών στους μέσους χρόνους του Βυζαντίου, καθώς κι επιδρομών
ηγεμόνων της Δύσης. Οι Αραβικές άρχισαν τον 9ο αι. και
πολλαπλασιάστηκαν μετά την εγκατάστασή τους στην Κρήτη. Στη διάρκεια 11ου - 12ου
αι., γνώρισε εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη. Ο οικισμός εξαπλώθηκε σε όλο το βράχο και όχι μόνο στην αθέατη πλευρά του κι
ανοικοδομήθηκαν σημαντικά μνημεία, όπως ο ναός της αγίας Σοφίας (αρχικά
αφιερωμένος στην Παναγία Οδηγήτρια) στην πάνω πόλη και ο ναός του Ελκόμενου
Χριστού, που ανακατασκευάστηκε εκείνη την περίοδο. Την εποχή των Κομνηνών, είχε εξελιχθεί
σε φύλακα της δυτικής εισόδου του Αιγαίου. Το
1248, ύστερα από πολιορκία 3 χρόνων, ο γιος του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου, Γουλιέλμος Β', πρίγκιπας της Αχαΐας, την κατέλαβε. Όταν αιχμαλωτίστηκε από τους
Βυζαντινούς στη μάχη της Πελαγονίας (1259), με αντάλλαγμα την απελευθέρωσή
του (1262), δέχθηκε να παραδώσει στους Βυζαντινούς τα κάστρα της Μονεμβασιάς
και του Γερακίου. Η Μονεμβασία ορίστηκε έδρα Βυζαντινού
στρατηγού και έδρα Ορθόδοξου μητροπολίτη, ενώ παράλληλα παραχωρήθηκαν στους
κατοίκους σημαντικά προνόμια, που ανανεώθηκαν και διευρύνθηκαν από τον Ανδρόνικο Β' (1282-1328). Η ακμή της πόλης υπήρξε
ραγδαία: εκτός από την αύξηση του πληθυσμού, που κύρια επίδοσή του ήταν το εμπόριο κι η ναυτιλία, δημιουργήθηκαν προϋποθέσεις για
την πνευματική κι εκκλησιαστική ανάπτυξη, σε βαθμό που η ώς το 1460 περίοδος να
θεωρείται «χρυσή εποχή» της πόλης.
Ανακαινισμένα τα μεσαιωνικά κρίρια, το
επιβλητικό τείχος γύρω και στην πλευρά της θάλασσας κι ώς επάνω στην κορυφή του
βράχου, οι στοές (δρομικές, ή διαβατικά), οι οι εκκλησιές με τους τρούλους τους.
Μαζεύτηκαν οι σύνεδροι, άρχισε το Σεμινάριο. Καλά ετοιμασμένη θεματική, άρτια
οργάνωση και προθυμία των εκλεκτών διοργανωτών να εξυπηρετήσουν, να
κατατοπίσουν, με λόγια, έργα και τις εξαιρετικές εισηγήσεις τους, για τον
πανέμορφον ιστορικό τόπο, αλλά και για το 12χρονη μεστή δράσεων πορεία του ΚΠΕ.
Ακολούθησαν κι άλλες εισηγήσεις, όπως υπέβαλλε η καστροπολιτεία, για τα
Πολιτιστικά Μνημεία, τη συντήρηση – ανάδειξή τους και την εκπαίδευση, που θα
φέρει τους νέους σε επαφή μ’ αυτά. Μια επαφή που όλοι την επιθυμούν ικανή προς
μετάγγιση της πολιτιστικής κληρονομιάς, και προς καλλιέργεια του σεβασμού στα
Μνημεία αργότερα, όταν έλθει η ηλικία ανάπτυξης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Ολοκληρώνοντας τον πρωινό κύκλο, οι
σύνεδροι χωρισμένοι σε ομάδες, περιηγήθηκαν την κάτω πόλη της Μονεμβασιάς.
Εξαιρετικά κατατοπισμένοι οι άνθρωποι του ΚΠΕ, παρουσίασαν τα μνημεία και την
ιστορία του τόπου, απαντούσαν σε ερωτήσεις, με εποικοδομητικό διάλογο κι έκαναν
οικείο στους επισκέπτες το χώρο. Την Παναγία τη Χρυσαφίτισσα, το ναό του
Ελκόμενου Χριστού με την περιπέτεια της περίφημης βυζαντινής εικόνας του
Εσταυρωμένου, ώς το σπίτι του Γ. Ρίτσου με την ορειχάλκινη κεφαλή του στην άπλα
της βεράντας...
Στην απογευματινή συνεδρία, σε υποβλητικήν
ατμόσφαιρα μέσα κι έξω απ’ το χώρο διεξαγωγής, οι εισηγήσεις σήκωναν συζήτηση,
αντίλογο συχνά κι ενστάσεις. Ωστόσο, για να μην τραβήξει ώς αργά η συνάντηση,
ολοκληρώθηκε και λίγο μετά, ενώ η νύχτα σαγηνευτικά είχε απλωθεί πάνω απ’ τη
θάλασσα και τον επιβλητικό βράχο στην απέναντι ακτή, όπου η σύγχρονη πόλη, στην
ακρογιαλιά, το δείπνο έδωσε την ευκαιρία στους συνέδρους να γνωριστούν και να
συζητήσουν, σε πιο προσωπικό επίπεδο θέματα του Συνεδρίου και της εκπ/σης
γενικώτερα, απολαμβάνοντας γεύσεις της περιοχής και το περίφημο μαλεβιζιώτικο
κρασί, ως αργά.
Η Κυριακή, νωρίς τους βρήκε πανέτοιμους, με
την κατάλληλη περιβολή κι υπόδηση για ‘‘αναρρίχηση’’
στην Παλιά Άνω Πόλη. Με τις απαραίτητες ενδιάμεσες στάσεις και την επί τόπου
ξενάγηση, ανηφορίζοντας στα στενά, ανάμεσα σε σπίτια, φαλτσογωνίες κι εκκλησίες (Παναγία Μυρτιδιώτισσα) κατ’ αρχάς και
στην πλαγιά κατόπιν, έφθασαν στην περιφραγμένη πόλη κι εισήλθαν απ’ την
εντυπωσιακή πέτρινη πύλη της. Τα σκοτεινά ανακαινισμένα δώματα του Κάστρου, που
εφάπτονται της εισόδου, γρήγορα αποκάλυψαν την απλωσιά της κορυφής του
περίφημου βράχου και την εντυπωσιακήν από κεί θέα. Ακολούθησε ξενάγηση
κατατοπιστική και παρουσίαση των απτών αποτελεσμάτων της με αυτεπιστασία
αποκατάστασης απ’ την οικείαν Αρχαιολογική Υπηρεσία, κτισμάτων που ήταν και
θέμα εισήγησης της προηγουμένης. Οι επισκέπτες μοιράστηκαν τους προβληματισμούς
των ανθρώπων του ΚΠΕ που ξεναγούσαν, για το τι συνέχεια θα μπορούσε και θα
εύχονταν, να υπάρξει των αναστηλώσεων στο χώρο.
Ίσως η πιο εντυπωσιακή στιγμή ήταν μετά, η
επίσκεψη – προσκύνημα στο ναό της Αγ. Σοφίας, πολύ πρόσφατα ανακαινισμένον, με
την επισήμανση ad hoc των ορθόδοξων, των βενετσιάνικων και των οθωμανικών
στοιχείων που προστέθηκαν κατά τους αντίστοιχους καιρούς κυριαρχίας στη
Μονεμβασιά. Οι στέρνες των λοιπών κτιρίων, αρχοντικών-διώροφων και τριώροφων
κάποτε, το οδικό δίκτυο που αποκαλύπτουν οι ανασκαφές, ως το οθωμανικό
μαυσωλείο κάποιου επιφανούς στη δυτική πλευρά, έκαναν αντιληπτό το τί έργο
περιμένει να αναδείξει την ιστορικήν αυτή πόλη. Ρίχνοντας αχόρταγες ματιές ώς
το νότο, στο Μαλέα κι ακόμα παρακάτω, στη θαμπά κάποτε διακρινόμενη Κρήτη, οι
επισκέπτες απόλαυσαν και τη φυσικήν ομορφιά του τοπίου και πήραν το δρόμο της
επιστροφής – καθόδου.
Στο συνεδριακό χώρο ακολούθως έγιναν
συζητήσεις και παρουσιάσεις εκτελεσμένων προγραμμάτων, ανάμεσά τους και της
αμφισσαϊκής αποστολής, για ‘‘Τις
παραδόσεις του Κάστρου των Σαλώνων που ταξίδεψαν στην Καταλωνία’’, με
ψηφιακή υποστήριξη και σύντομες
ιστορικές αναφορές στην Ακρόπολη – Κάστρο της Άμφισσας, που άρεσε κι επαινέθηκε
απ’ το Προεδρείο και τους Συνέδρους. Σε κλίμα ιδιαίτερης εγκαρδιότητας οι
οργανωτές δέχτηκαν τέλος δίκαιους επαίνους κι ευχαριστίες. Οι Σύνεδροι
αποχαιρετίστηκαν και άρχισε ο μακρύς δρόμος της επιστροφής. Η αντιπροσωπεία
μας, χωρίς να θέλει ν’ αφήσει την ευκαιρία περάσματος κι απ’ το Μυστρά, βγήκε
στο ύψος της Σπάρτης απ’ την εθνικήν οδό και διανύοντας μια μικράν απόσταση,
βρέθηκε ν’ ανεβαίνει τον καταπράσινο λόφο του Μυζηθρά.
Η Βυζαντινή αυτή
πολιτεία της Πελοποννήσου
αποτελεί πολύτιμη πηγή για τη γνώση της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού
των 2 τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου. Η ιστορία του αρχίζει απ’ τα μέσα του
13ου αι., με τη συμπλήρωση της κατάκτησης της Πελοποννήσου απ’ τους
Φράγκους. Το 1249 ο Γουλιέλμος Β΄ Βιλλαρδουίνος έκτισε
το κάστρο του στην Α. πλευρά του Ταϋγέτου, στην κορυφή υψώματος με απότομη και
κωνοειδή μορφή. Μετά την ήττα των Φράγκων στην Πελαγονία (1259), το κάστρο του Μυστρά παραχωρήθηκε στο
Βυζαντινό αυτοκράτορα κι απ’ το 1262 έγινε έδρα βυζαντινού
στρατηγού, του «σεβαστοκράτορος». Από τότε άρχισε η
κυρίως ιστορική περίοδός του, που διήρκεσε 2 αιώνες. Οι κάτοικοι της γειτονικής
Λακεδαίμονος ήλθαν κι εγκαταστάθηκαν γύρω απ’ το κάστρο, γι’ αυτό και η
κατοικημένη περιοχή οχυρώθηκε με τείχος. Απ’ το 1308 οι στρατηγοί
γίνονται μόνιμοι διοικητές και κατά τα μέσα του 14ου αι. ο Μυστράς
καθίσταται πρωτεύουσα της Βυζαντινής Πελοποννήσου. Έτσι δημιουργήθηκε το Δεσποτάτο του Μωρεως. Συνετοί Δεσπότες, όπως ο Μανουήλ Καντακουζηνός, ο Θεόδωρος Β΄ Παλαιολόγος, ο Κωνσταντίνος ο ΙΑ΄ Παλαιολόγος, ο τελευταίος αυτοκράτορας,
συνετέλεσαν ώστε ο Μυστράς να επεκτείνει την εξουσία του σε όλη την Πελοπόννησο
και να γίνει εστία της πολιτικής και πνευματικής ζωής της αυτοκρατορίας, καθώς
και το κέντρο της αναγεννήσεως των γραμμάτων και των τεχνών. Σοφοί, καλλιτέχνες
και λόγιοι συγκεντρώνονταν στην αυλή του Δεσπότου, σπουδαιότερος και
σημαντικότερος από όλους, ο Γεώργιος Γεμιστός, ή Πλήθων. Το 1460 ο Μυστράς παραδίνεται
στους Τούρκους και από τότε αρχίζει η παρακμή του.
Το ευγενικό προσωπικό της εκεί υπηρεσίας, η
δροσιά του χώρου, σε αντίθεση με την πεδιάδα κάτω, που η θερμοκρασία έδειχνε 37
βαθμούς! Και τα αποφασιστικά βήματα, τους έφεραν στη Μητρόπολη, όπου ο
Κωνσταντίνος ΙΑ΄ εστέφθη τελευταίος Αυτοκράτορας... Το εντός της επισκοπής
Μουσείο με τα λίγα σχετικά, αλλ’ εντυπωσιακά εκθέματα, οι ιδιαίτεροι
αρχιτεκτονικοί ρυθμοί και οι αγιογραφίες των εκκλησιών, Αγ. Θεοδώρων, Παναγίας
Οδηγήτριας, Αγ. Σοφίας, Ευαγγελίστριας, Παντάνασσας (με τη μικράν αδελφότητα,
που το κρατεί ολάνθιστο, παρά τη δυσκολία πρόσβασης!) και της πάνω σε βράχο
κτισμένης Περιβλέπτου, το αρχοντικό του Φραγγόπουλου και τα αναπαλαιούμενα
Παλάτια, εξαφάνιζαν αίσθηση χρόνου και κόπωσης. Ανακαινισμένα – καλοσυντηρημένα
κτίσματα κι αγιογραφίες, σε άλλα εργασίες σε εξέλιξη και η ζωή της μακρινής
εποχής του Δεσποτάτου, νομίζει ο επισκέπτης ότι δεν έφυγε και τον προσελκύει σ’
εκείνο τον ένδοξο κόσμο. Δεσπότες, άρχοντες, ιερωμένοι και φιλόσοφοι έχει
κανείς την αίσθηση ότι διάβηκαν πριν από λίγο. Ατενίζοντας ψηλά την οχύρωση της
κορυφής, με όλες τις αναγνωστικές μνήμες αναθερμανθείσες, άρχισε η κάθοδος στον
κόσμο της εποχής μας. Η αρχοντική σιωπή της μεσαιωνικής καστροπολιτείας συνείχε
την ψυχή...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου