72 χρόνια έχουν περάσει από μια από τις σπουδαιότερες στιγμές της σύγχρονης Ελλάδας. Η εθνική επέτειος της 28ης Οκτωβρίου γιορτάζεται κάθε χρόνο με λαμπρότητα και το «έπος του σαράντα» διδάσκεται με όλη την σπουδαιότητα που του πρέπει στα σχολεία.
Αλλά η ανάγκη για ένα σύμβολο ιστορικής σημασίας, στερεί από την άρνηση του Ιωάννη Μεταξά να ενδώσει στο ιταλικό τελεσίγραφο και, κυρίως, από τα πολεμικά γεγονότα που ακολούθησαν μια ανάλυση σε μεγαλύτερο βάθος. Για τους περισσότερους από εμάς η 28η Οκτωβρίου συνοψίζεται στο εξής τρίπτυχο: Ο περήφανος λαός που λέει «όχι» στον επίδοξο κατακτητή – ανεβαίνει στα βουνά και φωνάζοντας «αέρα» τον απωθεί – αναγκάζει τους Γερμανούς συμμάχους των Ιταλών να επέμβουν και να καθυστερήσουν την επίθεσή τους στη Γερμανία.
Πάνω – κάτω, τα πράγματα ήταν όντως έτσι. Πώς θα μπορούσε το ελληνικό έθνος να δεχτεί να παραχωρήσει γην και ύδωρ στους φασίστες; Και, όντως, η νίκη επί των Ιταλών στη συνέχεια ήταν απρόσμενη και εντυπωσιακή, βάζοντας αναγκαστικά και τους Γερμανούς στο παιχνίδι. Αλλά υπάρχουν κι άλλες λεπτομέρειες που ξεχνάμε και που μεγεθύνουν ακόμη περισσότερο την συμβολή της Ελλάδας στην εξέλιξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου υπέρ των δυνάμεων «του καλού».
Η πολιτική κατάσταση
Με εξαίρεση την Γαλλία και τις βασιλευόμενες δημοκρατίες της Μεγάλης Βρετανίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου και των Σκανδιναβικών χωρών, η υπόλοιπη Ευρώπη ζούσε μια εποχή απολυταρχίας –ήταν οι συνέπειες της μεγάλης οικονομικής κρίσης της εποχής. Ο Στάλιν στην ΕΣΣΔ, ο Χίτλερ στη Γερμανία, ο Μουσολίνι στην Ιταλία, ο Φράνκο που έβγαινε νικητής από τον ισπανικό εμφύλιο ήταν οι πιο γνωστοί δικτάτορες εκείνες της περιόδου. Αλλά και στα υπόλοιπα κράτη της ηπείρου, στα Βαλκάνια, την Ουγγαρία και την Πορτογαλία, η δημοκρατία ήταν μια ξεχασμένη έννοια.
Στην Ελλάδα συνέβαινε το ίδιο. Θυμόμαστε τον Ιωάννη Μεταξά ως τον ηγέτη που είπε το «Όχι» στους Ιταλούς, αλλά ξεχνάμε ότι και ο ίδιος ήταν ένας δικτάτορας και μάλιστα με πολιτική φιλοσοφία πολύ κοντινή στο φασισμό. Την κρίσιμη ώρα, όμως, ο Μεταξάς μίλησε εκ μέρους όλων των Ελλήνων. Το «Όχι» δεν ήταν δικό του (και πραγματικά δεν ήταν δικό του, αφού ο ίδιος είπε στον Ιταλό πρέσβη τη φράση «Alors, c’est la guerre» – έχουμε πόλεμο λοιπόν-, ενώ το περίφημο «Όχι» ήταν ιαχή του κόσμου την επόμενη στους δρόμους, εμπνευσμένη από τους τίτλους των εφημερίδων). Ήταν η άρνηση του ελληνικού έθνους. Σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, οι φασίζουσες δικτατορίες διευκόλυναν τους σκοπούς του Άξονα, στην Ελλάδα όμως όχι…
Η ψυχολογία του πολέμου
Η καθυστέρηση της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα του Χίτλερ εναντίον των Σοβιετικών λόγω της εμπλοκής τους στο βαλκανικό μέτωπο είναι μια επική ιστορία που συνοψίζει τις πολεμικές επιτυχίες των Ελλήνων κατά των Ιταλών στην Πίνδο, αλλά είναι και κάπως υπεραπλουστευτική. Δεν ήταν μόνο η Ελλάδα ο λόγος που οι Γερμανοί κόλλησαν στις λάσπες του Βόλγα.
Παραδόξως, αυτό που πέτυχαν οι Έλληνες στο αλβανικό μέτωπο -και που σπάνια το ακούμε στις εορταστικές εκδηλώσεις της 28ης Οκτωβρίου- ήταν πολύ σημαντικότερο από τον εξαναγκασμό του Χίτλερ να επέμβει. Η απώθηση των Ιταλών ήταν η πρώτη νίκη χερσαίων δυνάμεων κατά του Άξονα!
Και την είχε πετύχει μια μικρή χώρα, χωρίς την βοήθεια των Συμμάχων. Οι Γάλλοι είχαν κατατροπωθεί, οι Βρετανοί παραλίγο να χάσουν όλο τους τον στρατό στην Δουνκέρκη, οι Κάτω Χώρες και η Δανία δεν πρόλαβαν να πολεμήσουν καν, αλλά η Ελλάδα με μια δύναμη 300.000 ανδρών και χωρίς αεροπλάνα και τανκς διέσυρε τον διπλάσιο και πολύ καλύτερα εξοπλισμένο ιταλικό στρατό! Το «έπος του σαράντα» ήταν μια ένεση ψυχολογίας για τους Συμμάχους, μια εξέλιξη πολύ πιο μεγάλης ουσίας απ’ όσο έχει αναλυθεί. Σε ένα πόλεμο, η ψυχολογία παίζει τεράστιο ρόλο και ο χειμώνας του 1940 ήταν η πρώτη ένδειξη ότι η πολεμική μηχανή του Άξονα δεν ήταν ανίκητη.
Η σημασία του συνοψίζεται στην περίφημη φράση του Ουίνστον Τσώρτσιλ: «Στο εξής δεν θα λέμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες, αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».
Η αλλαγή σκηνικού στην Ανατολική Μεσόγειο
Ο ελληνικός θρίαμβος κατά των Ιταλών έπαιξε ένα ακόμη σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και στο γεωπολιτικό παιχνίδι της Μεσογείου. Η ταπείνωση του Μουσολίνι τον υποβίβασε τόσο πολύ στη σχέση του με τον Χίτλερ, που από τότε και στο εξής, στην ουσία ήταν ένας απλός εντολοδόχος του. Ακόμη και να εξελισσόταν με διαφορετικό τρόπο ο πόλεμος, αν δηλαδή ο Άξονας έβγαινε νικητής, το πιθανότερο είναι ότι η Ελλάδα δεν θα γινόταν ιταλικό προτεκτοράτο, όπως ήθελε ο «Ντούτσε», αλλά θα απολάμβανε κάποιου ειδικού καθεστώτος αυτονομίας.
Βεβαίως, και πάλι η Ελλάδα δεν θα ήταν ελεύθερη. Και το «Όχι» έπαιξε αυτόν το ρόλο πάνω απ’ όλους: Δήλωνε ότι αυτό το κομμάτι της Ευρώπης δεν θα υποτασσόταν ποτέ σε κανέναν. Η αντίσταση κατά την περίοδο της κατοχής το απέδειξε. Η σκληρότητα των Γερμανών δεν έκαμψε το ηθικό των Ελλήνων. Και όταν όλα τέλειωσαν, η Ελλάδα ανταμείφτηκε από τους Συμμάχους της για τις υπηρεσίες που προσέφερε, με την προσάρτηση των Δωδεκανήσων και με το δραστικό σχέδιο Μάρσαλ που έφερε την ανάπτυξη στη φτωχή χώρα. Οι πολεμικές επανορθώσεις, βέβαια, από τους κατακτητές δεν ήρθαν ποτέ…
Πηγή: newsbomb.gr
Αλλά η ανάγκη για ένα σύμβολο ιστορικής σημασίας, στερεί από την άρνηση του Ιωάννη Μεταξά να ενδώσει στο ιταλικό τελεσίγραφο και, κυρίως, από τα πολεμικά γεγονότα που ακολούθησαν μια ανάλυση σε μεγαλύτερο βάθος. Για τους περισσότερους από εμάς η 28η Οκτωβρίου συνοψίζεται στο εξής τρίπτυχο: Ο περήφανος λαός που λέει «όχι» στον επίδοξο κατακτητή – ανεβαίνει στα βουνά και φωνάζοντας «αέρα» τον απωθεί – αναγκάζει τους Γερμανούς συμμάχους των Ιταλών να επέμβουν και να καθυστερήσουν την επίθεσή τους στη Γερμανία.
Πάνω – κάτω, τα πράγματα ήταν όντως έτσι. Πώς θα μπορούσε το ελληνικό έθνος να δεχτεί να παραχωρήσει γην και ύδωρ στους φασίστες; Και, όντως, η νίκη επί των Ιταλών στη συνέχεια ήταν απρόσμενη και εντυπωσιακή, βάζοντας αναγκαστικά και τους Γερμανούς στο παιχνίδι. Αλλά υπάρχουν κι άλλες λεπτομέρειες που ξεχνάμε και που μεγεθύνουν ακόμη περισσότερο την συμβολή της Ελλάδας στην εξέλιξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου υπέρ των δυνάμεων «του καλού».
Η πολιτική κατάσταση
Με εξαίρεση την Γαλλία και τις βασιλευόμενες δημοκρατίες της Μεγάλης Βρετανίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου και των Σκανδιναβικών χωρών, η υπόλοιπη Ευρώπη ζούσε μια εποχή απολυταρχίας –ήταν οι συνέπειες της μεγάλης οικονομικής κρίσης της εποχής. Ο Στάλιν στην ΕΣΣΔ, ο Χίτλερ στη Γερμανία, ο Μουσολίνι στην Ιταλία, ο Φράνκο που έβγαινε νικητής από τον ισπανικό εμφύλιο ήταν οι πιο γνωστοί δικτάτορες εκείνες της περιόδου. Αλλά και στα υπόλοιπα κράτη της ηπείρου, στα Βαλκάνια, την Ουγγαρία και την Πορτογαλία, η δημοκρατία ήταν μια ξεχασμένη έννοια.
Στην Ελλάδα συνέβαινε το ίδιο. Θυμόμαστε τον Ιωάννη Μεταξά ως τον ηγέτη που είπε το «Όχι» στους Ιταλούς, αλλά ξεχνάμε ότι και ο ίδιος ήταν ένας δικτάτορας και μάλιστα με πολιτική φιλοσοφία πολύ κοντινή στο φασισμό. Την κρίσιμη ώρα, όμως, ο Μεταξάς μίλησε εκ μέρους όλων των Ελλήνων. Το «Όχι» δεν ήταν δικό του (και πραγματικά δεν ήταν δικό του, αφού ο ίδιος είπε στον Ιταλό πρέσβη τη φράση «Alors, c’est la guerre» – έχουμε πόλεμο λοιπόν-, ενώ το περίφημο «Όχι» ήταν ιαχή του κόσμου την επόμενη στους δρόμους, εμπνευσμένη από τους τίτλους των εφημερίδων). Ήταν η άρνηση του ελληνικού έθνους. Σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, οι φασίζουσες δικτατορίες διευκόλυναν τους σκοπούς του Άξονα, στην Ελλάδα όμως όχι…
Η ψυχολογία του πολέμου
Η καθυστέρηση της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα του Χίτλερ εναντίον των Σοβιετικών λόγω της εμπλοκής τους στο βαλκανικό μέτωπο είναι μια επική ιστορία που συνοψίζει τις πολεμικές επιτυχίες των Ελλήνων κατά των Ιταλών στην Πίνδο, αλλά είναι και κάπως υπεραπλουστευτική. Δεν ήταν μόνο η Ελλάδα ο λόγος που οι Γερμανοί κόλλησαν στις λάσπες του Βόλγα.
Παραδόξως, αυτό που πέτυχαν οι Έλληνες στο αλβανικό μέτωπο -και που σπάνια το ακούμε στις εορταστικές εκδηλώσεις της 28ης Οκτωβρίου- ήταν πολύ σημαντικότερο από τον εξαναγκασμό του Χίτλερ να επέμβει. Η απώθηση των Ιταλών ήταν η πρώτη νίκη χερσαίων δυνάμεων κατά του Άξονα!
Και την είχε πετύχει μια μικρή χώρα, χωρίς την βοήθεια των Συμμάχων. Οι Γάλλοι είχαν κατατροπωθεί, οι Βρετανοί παραλίγο να χάσουν όλο τους τον στρατό στην Δουνκέρκη, οι Κάτω Χώρες και η Δανία δεν πρόλαβαν να πολεμήσουν καν, αλλά η Ελλάδα με μια δύναμη 300.000 ανδρών και χωρίς αεροπλάνα και τανκς διέσυρε τον διπλάσιο και πολύ καλύτερα εξοπλισμένο ιταλικό στρατό! Το «έπος του σαράντα» ήταν μια ένεση ψυχολογίας για τους Συμμάχους, μια εξέλιξη πολύ πιο μεγάλης ουσίας απ’ όσο έχει αναλυθεί. Σε ένα πόλεμο, η ψυχολογία παίζει τεράστιο ρόλο και ο χειμώνας του 1940 ήταν η πρώτη ένδειξη ότι η πολεμική μηχανή του Άξονα δεν ήταν ανίκητη.
Η σημασία του συνοψίζεται στην περίφημη φράση του Ουίνστον Τσώρτσιλ: «Στο εξής δεν θα λέμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες, αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».
Η αλλαγή σκηνικού στην Ανατολική Μεσόγειο
Ο ελληνικός θρίαμβος κατά των Ιταλών έπαιξε ένα ακόμη σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και στο γεωπολιτικό παιχνίδι της Μεσογείου. Η ταπείνωση του Μουσολίνι τον υποβίβασε τόσο πολύ στη σχέση του με τον Χίτλερ, που από τότε και στο εξής, στην ουσία ήταν ένας απλός εντολοδόχος του. Ακόμη και να εξελισσόταν με διαφορετικό τρόπο ο πόλεμος, αν δηλαδή ο Άξονας έβγαινε νικητής, το πιθανότερο είναι ότι η Ελλάδα δεν θα γινόταν ιταλικό προτεκτοράτο, όπως ήθελε ο «Ντούτσε», αλλά θα απολάμβανε κάποιου ειδικού καθεστώτος αυτονομίας.
Βεβαίως, και πάλι η Ελλάδα δεν θα ήταν ελεύθερη. Και το «Όχι» έπαιξε αυτόν το ρόλο πάνω απ’ όλους: Δήλωνε ότι αυτό το κομμάτι της Ευρώπης δεν θα υποτασσόταν ποτέ σε κανέναν. Η αντίσταση κατά την περίοδο της κατοχής το απέδειξε. Η σκληρότητα των Γερμανών δεν έκαμψε το ηθικό των Ελλήνων. Και όταν όλα τέλειωσαν, η Ελλάδα ανταμείφτηκε από τους Συμμάχους της για τις υπηρεσίες που προσέφερε, με την προσάρτηση των Δωδεκανήσων και με το δραστικό σχέδιο Μάρσαλ που έφερε την ανάπτυξη στη φτωχή χώρα. Οι πολεμικές επανορθώσεις, βέβαια, από τους κατακτητές δεν ήρθαν ποτέ…
Πηγή: newsbomb.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου