Όταν πριν από 13 χρόνια ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπήκε στην πολιτική δεν είχε συγκεκριμένη πολιτική ταυτότητα, ή τουλάχιστον κανείς δεν την ήξερε. Η πολιτική δράση του στη ΝΔ ήταν περιορισμένη.
Είχε καλές σπουδές, απασχολήθηκε σε καλοπληρωμένες θέσεις σε τράπεζες και όταν ήλθε η ώρα, ο πατέρας του αποσύρθηκε από τη Β΄Αθήνας για να του κληροδοτήσει την έδρα του. Από κάποιες life style συνεντεύξεις του δεν πρόκυπτε σαφές πολιτικό προφίλ. Ήταν ένα καλό παιδί με καλές προθέσεις…
Ως βουλευτής διακρίθηκε κυρίως για πρωτοβουλίες και συμπεριφορές που κατά κάποιο τρόπο αντέγραφαν το στυλ του Γ. Παπανδρέου. Έδειχνε ευαισθησία στα θέματα του περιβάλλοντος, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των ναρκωτικών. Δεν πήρε το βουλευτικό αυτοκίνητο- με αποτέλεσμα να τον λοιδορεί από τηλεοράσεως ο Άδωνις –και τέτοια πράγματα.
Όταν ήλθε στη Βουλή το Μνημόνιο ακολούθησε τον Αντώνη Σαμαρά και δεν το ψήφισε. Ως εκ τούτου δεν ακολούθησε την αδελφή του όταν -μετά τη διαγραφή της, επειδή το ψήφισε, ίδρυσε δικό της κόμμα.
Το Μνημόνιο ήταν το πρώτο πεδίο στο οποίο άρχισε να κτίζει συγκεκριμένο προφίλ μεταρρυθμιστή. Με ιδιαιτερότητες. Πρώτο ήταν όταν «τακίμιασε» με τον Γεωργιάδη. Δεύτερο όταν δεν ψήφισε τον Προκόπη Παυλόπουλο για πρόεδρο της Δημοκρατίας. Τρίτο όταν άρχισε το νταραβέρι με τον μόνο άνθρωπο που δεν μπορούσε να διανοηθεί κανείς ότι θα είχαν σχέση οι Μητσοτάκηδες.
Η επαφή του με τον Σαμαρά παράκαμψε το ότι όχι μόνο έριξε τον πατέρα του, αλλά και τους λόγους για τους οποίους το έκανε. Στην αρχή έπαιρνε μέρος ακόμη και σε κάποιες αντι-Σαμαρικές συνάξεις, αλλά σύντομα, έγινε κοινοβουλευτικός του εκπρόσωπος, διαπραγματεύθηκε μια θέση στο υπουργείο Περιβάλλοντος και κατέληξε υπουργός Δημόσιας Διοίκησης.
Την ίδια στιγμή η Ντόρα «σάπιζε» στα κάτεργα του σαμαρικού αποκλεισμού και ας είχε δικαιωθεί με το Μνημόνιο- του οποίου πλέον πρωτοπόροι ήταν ο Σαμαράς και ο αδελφός της.
Μετά την κατάρρευση του Σαμαρά ο Κυριάκος Μητσοτάκης την παράκαμψε και έσπευσε να θέσει υποψηφιότητα προτού καν ολοκληρωθεί μια δύσκολη οικογενειακή συζήτηση που είχε αρχίσει γι’ αυτό το θέμα.
Με τη συνδρομή του Σαμαρά -ο μηχανισμός του οποίου σαμποτάρισε τις πρώτες αρχαιρεσίες που θα αναδείκνυαν νικητή τον Μεϊμαράκη- και παραγόντων εκτός πολιτικής, αλλα όχι και τη Ντόρας και των βουλευτών της ΝΔ, επικράτησε.
Ο λόγος ήταν ότι εμφανίσθηκε με προφίλ σύγχρονου πολιτικού που έχει τη διάθεση να αλλάξει τα πράγματα στο κόμμα του και στον τρόπο άσκησης της πολιτικής. Οι προσδοκίες που επενδυθήκαν στο πρόσωπό του είχαν προέλευση και εκτός ΝΔ. Αλλά πολύ σύντομα διαψεύσθηκαν.
Ο νέος αρχηγός έσπευσε να χρίσει αντιπρόεδρό του τον Άδωνι Γεωργιάδη, να αποδεχθεί το πατερναλιστικό ύφος του Σαμαρά απέναντί του και να ζητήσει πρόωρες εκλογές κάτι που τον κατατάσσει στον κύκλο επιρροής μιντιαρχών, μεταξύ των οποίων και όσοι είχαν ρίξει την κυβέρνηση της ΝΔ. Η στάση του στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών το επικύρωσε.
Μέσα σε ένα χρόνο η εκσυγχρονιστική αύρα που περίβαλλε τον νεότερο Μητσοτάκη εξανεμίσθηκε -παρά την πολυπρόσωπη και πολύπλοκη, προφανώς και δαπανηρή- επικοινωνιακή υποστήριξη που έχει. Ίσως και εξ αιτίας της. Για πολλούς, πάντως, η βασική αιτία ήταν ότι το εσωτερικό ιδεολογικό και πολιτικό έρμα του δεν επαρκεί για το ρόλο.
Η παρουσία του δεν γεμίζει το χώρο. Οι ιδεολογικές αναφορές του είναι ταξικά μονομερείς –μακριά από μαζικό λαϊκό κόμμα σαν τη ΝΔ. Η προίκα με την οποία κέρδισε τις εκλογές στο κόμμα χάνεται σταδιακά παρά την απόπειρά να την αντικαταστήσει με κινήσεις που μάλλον τον αποδυναμώνουν κομματικά, όπως το «μητρώο στελεχών».
Στο μέτωπο της πολιτικής έμεινε σύντομα χωρίς ατζέντα. Το πολιτικό σχέδιό του, αν είχε, δεν λειτουργεί και η ψιμυθίωση των δημοσίων εμφανίσεων του δεν αποδίδει. Στο τέλος εμφανίζεται ως μεταρρυθμιστής χωρίς μεταρρυθμίσεις.
Προφανώς διαπιστώνει και ο ίδιος, στις λιγοστές διεθνείς επαφές του, ότι κανείς αυτή τη στιγμή δεν επενδύει στο αστέρι του. Κάποιοι δεν κάνουν ούτε δηλώσεις μαζί του. Θα πρέπει να σοκαρίσθηκε την ημέρα που ο επικεφαλης του ΕΛΚ -μετά από μια συνάντηση μαζί του- δήλωσε ότι «δεν εμπιστεύεται τον Τσίπρα» για να τον πετάξει αμέσως στα κάγκελα ο Γιούνγκερ- που ανήκει στο ίδιο κόμμα- λέγοντας: «Εγώ τον εμπιστεύομαι». Ο Μακρόν, η Μέρκελ, ο Σόιμπλε, ο Ρέγκλινγκ, η Λαγκάρντ … «όλοι Τσίπρα».
Στο σημείο αυτό άρχισε να φαίνεται αυτό που τις τελευταίες ημέρες σχηματοποιείται. Μη έχοντας ισχυρό ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο, αλλά μόνο ισχυρές φιλοδοξίες- και μια πολύ κακή επικοινωνιακή ομάδα -ο σημερινός πρόεδρος της ΝΔ ενστερνίζεται αυτά που θα έπρεπε να απορρίπτει.
Οι προσωπικοί τόνοι, ο πρώτος πληθυντικός, το «δεσμεύομαι» και άλλα αντίστοιχα προσωποποίησαν την υπόθεση της επομένης εκλογικής νίκης. Οι συνεργάτες του που συνέβαλαν σ’ αυτό παράβλεπαν ότι δεν θεωρείται το ισχυρό χαρτί της ΝΔ. Αν θα κερδίσει, δηλαδή, θα κερδίσει ως επικεφαλής της ΝΔ. Δεν θα κερδίσει η ΝΔ επειδή έχει ως επικεφαλής αυτόν.
Αυτή η αντίφαση αφήνει κενό από τα πόδια του το οποίο προσπαθεί να καλύψει βγάζοντας τελείως το εκσυγχρονιστικό κέλυφος της εκλογής του και στρεφόμενος δεξιά. Ενώ ήδη οι αναφορές του στην οικονομία και την κοινωνία έδειχναν ταύτιση με τους ισχυρούς και τα συμφέροντα, η υιοθέτηση μιας συγκεκριμένης ρητορικής τον απομάκρυνε από την κεντροδεξιά ταυτότητα της ΝΔ των Καραμανλήδων.
Ο αντιπρόεδρός του μάλιστα το διακηρύσσει: ποια κεντροδεξιά;. Η ΝΔ είναι η Δεξιά. Αυτό οδηγεί τον πρόεδρο της ΝΔ να χάνει τη μπάλα. Ενώ τα πολιτικά ζητήματα της εποχής είναι γνωστά και προσφέρονται για πολιτική αντιπαράθεση επ’ αυτών, ο ίδιος έχει αποχωρήσει από το μέτωπο της πολιτικής. Κάνει μόνο επικοινωνία – προσωποκεντρικού χαρακτήρα. Δεν υπάρχει η ΝΔ, υπάρχει ο ίδιος. Και από κάτω ο Άδωνις του παίρνει τον κόσμο.
Προ ημερών σε έναν κινηματογράφο ο Γεωργιάδης με παρόντα- δίκην σπόνσορα -τον Σαμαρά συζητούσε με το κοινό του για τους… κομμουνιστές και ποιος έκανε αντίσταση στην «εφταετία», όπως αποκαλούσε τη Χούντα,- για την οποία πάντως αυτή τη φορά δεν είπε ότι άφησε πίσω της μια Δανία του Νότου.
Λίγα 24ωρα αργότερα ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρότι πιέζεται να τον βάλει σε καραντίνα, επισκέφθηκε ένα αστυνομικό τμήμα για να διαπιστώσει τις ζημίες που υπέστη από την επίθεση αγνώστων με μολότοφ το προηγούμενο βράδυ. Από την αυτοψία συμπέρανε ότι ο… Τσίπρας δεν αφήνει την αστυνομία να κάνει τη δουλειά της. Όσοι πάντως τον πήγαν εκεί τη δουλειά τους μια χαρά την έκαναν.
Ο σπουδασμένος επικεφαλής ενός μεγάλου κόμματος αυτοακυρώνεται. Μιλάει με το πνεύμα αστυνόμου Β’ άλλων εποχών. Νόμος, τάξη και ασφάλεια. Σάλπισμα στους νοικοκυραίους: κινδυνεύουν. Κραυγή για τη σωτηρία του «αστικού καθεστώτος» που λένε και οι κολλητοί του.
Διέγραψε την Παπακώστα γιατί τάχθηκε υπέρ της κοινοβουλευτικής ευπρέπειας, αλλά δεν πήγε στη Βουλή για τη συζήτηση επί των εξοπλιστικών και της επίσκεψης Τσίπρα στις ΗΠΑ. Βρίσκεται διαρκώς εκτός θέματος. Προσπαθεί να ανοίξει θέματα εκεί που δεν υπάρχουν…
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διέγραψε έναν δεκαετή κύκλο ως συμπαθής βουλευτής της ΝΔ, παρότι μέλος μιας όχι και πολύ συμπαθούς οικογένειας. Εν συνεχεία υπήρξε μέτριος υπουργός. Αλλά ο κύκλος του ως αρχηγού κόμματος και εν δυνάμει Πρωθυπουργού ενδέχεται να κλείσει νωρίτερα από όσο θα υπέθετε κανείς.
Όχι γιατί, όπως λένε κάποιοι, είναι αρχηγός χωρίς κόμμα -και μάλλον το αντιλαμβάνεται, αν ληφθεί υπόψη ότι προσπαθεί να φτιάξει ένα δικό του. Αλλά γιατί είναι πολιτικός αρχηγός χωρίς πολιτική. Χάνει τη μπάλα για τον ίδιο λόγο που την έχασε, από την πλευρά του, ο Σταύρος Θεοδωράκης: δεν τόχει.
Είχε καλές σπουδές, απασχολήθηκε σε καλοπληρωμένες θέσεις σε τράπεζες και όταν ήλθε η ώρα, ο πατέρας του αποσύρθηκε από τη Β΄Αθήνας για να του κληροδοτήσει την έδρα του. Από κάποιες life style συνεντεύξεις του δεν πρόκυπτε σαφές πολιτικό προφίλ. Ήταν ένα καλό παιδί με καλές προθέσεις…
Ως βουλευτής διακρίθηκε κυρίως για πρωτοβουλίες και συμπεριφορές που κατά κάποιο τρόπο αντέγραφαν το στυλ του Γ. Παπανδρέου. Έδειχνε ευαισθησία στα θέματα του περιβάλλοντος, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των ναρκωτικών. Δεν πήρε το βουλευτικό αυτοκίνητο- με αποτέλεσμα να τον λοιδορεί από τηλεοράσεως ο Άδωνις –και τέτοια πράγματα.
Όταν ήλθε στη Βουλή το Μνημόνιο ακολούθησε τον Αντώνη Σαμαρά και δεν το ψήφισε. Ως εκ τούτου δεν ακολούθησε την αδελφή του όταν -μετά τη διαγραφή της, επειδή το ψήφισε, ίδρυσε δικό της κόμμα.
Το Μνημόνιο ήταν το πρώτο πεδίο στο οποίο άρχισε να κτίζει συγκεκριμένο προφίλ μεταρρυθμιστή. Με ιδιαιτερότητες. Πρώτο ήταν όταν «τακίμιασε» με τον Γεωργιάδη. Δεύτερο όταν δεν ψήφισε τον Προκόπη Παυλόπουλο για πρόεδρο της Δημοκρατίας. Τρίτο όταν άρχισε το νταραβέρι με τον μόνο άνθρωπο που δεν μπορούσε να διανοηθεί κανείς ότι θα είχαν σχέση οι Μητσοτάκηδες.
Η επαφή του με τον Σαμαρά παράκαμψε το ότι όχι μόνο έριξε τον πατέρα του, αλλά και τους λόγους για τους οποίους το έκανε. Στην αρχή έπαιρνε μέρος ακόμη και σε κάποιες αντι-Σαμαρικές συνάξεις, αλλά σύντομα, έγινε κοινοβουλευτικός του εκπρόσωπος, διαπραγματεύθηκε μια θέση στο υπουργείο Περιβάλλοντος και κατέληξε υπουργός Δημόσιας Διοίκησης.
Την ίδια στιγμή η Ντόρα «σάπιζε» στα κάτεργα του σαμαρικού αποκλεισμού και ας είχε δικαιωθεί με το Μνημόνιο- του οποίου πλέον πρωτοπόροι ήταν ο Σαμαράς και ο αδελφός της.
Μετά την κατάρρευση του Σαμαρά ο Κυριάκος Μητσοτάκης την παράκαμψε και έσπευσε να θέσει υποψηφιότητα προτού καν ολοκληρωθεί μια δύσκολη οικογενειακή συζήτηση που είχε αρχίσει γι’ αυτό το θέμα.
Με τη συνδρομή του Σαμαρά -ο μηχανισμός του οποίου σαμποτάρισε τις πρώτες αρχαιρεσίες που θα αναδείκνυαν νικητή τον Μεϊμαράκη- και παραγόντων εκτός πολιτικής, αλλα όχι και τη Ντόρας και των βουλευτών της ΝΔ, επικράτησε.
Ο λόγος ήταν ότι εμφανίσθηκε με προφίλ σύγχρονου πολιτικού που έχει τη διάθεση να αλλάξει τα πράγματα στο κόμμα του και στον τρόπο άσκησης της πολιτικής. Οι προσδοκίες που επενδυθήκαν στο πρόσωπό του είχαν προέλευση και εκτός ΝΔ. Αλλά πολύ σύντομα διαψεύσθηκαν.
Ο νέος αρχηγός έσπευσε να χρίσει αντιπρόεδρό του τον Άδωνι Γεωργιάδη, να αποδεχθεί το πατερναλιστικό ύφος του Σαμαρά απέναντί του και να ζητήσει πρόωρες εκλογές κάτι που τον κατατάσσει στον κύκλο επιρροής μιντιαρχών, μεταξύ των οποίων και όσοι είχαν ρίξει την κυβέρνηση της ΝΔ. Η στάση του στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών το επικύρωσε.
Μέσα σε ένα χρόνο η εκσυγχρονιστική αύρα που περίβαλλε τον νεότερο Μητσοτάκη εξανεμίσθηκε -παρά την πολυπρόσωπη και πολύπλοκη, προφανώς και δαπανηρή- επικοινωνιακή υποστήριξη που έχει. Ίσως και εξ αιτίας της. Για πολλούς, πάντως, η βασική αιτία ήταν ότι το εσωτερικό ιδεολογικό και πολιτικό έρμα του δεν επαρκεί για το ρόλο.
Η παρουσία του δεν γεμίζει το χώρο. Οι ιδεολογικές αναφορές του είναι ταξικά μονομερείς –μακριά από μαζικό λαϊκό κόμμα σαν τη ΝΔ. Η προίκα με την οποία κέρδισε τις εκλογές στο κόμμα χάνεται σταδιακά παρά την απόπειρά να την αντικαταστήσει με κινήσεις που μάλλον τον αποδυναμώνουν κομματικά, όπως το «μητρώο στελεχών».
Στο μέτωπο της πολιτικής έμεινε σύντομα χωρίς ατζέντα. Το πολιτικό σχέδιό του, αν είχε, δεν λειτουργεί και η ψιμυθίωση των δημοσίων εμφανίσεων του δεν αποδίδει. Στο τέλος εμφανίζεται ως μεταρρυθμιστής χωρίς μεταρρυθμίσεις.
Προφανώς διαπιστώνει και ο ίδιος, στις λιγοστές διεθνείς επαφές του, ότι κανείς αυτή τη στιγμή δεν επενδύει στο αστέρι του. Κάποιοι δεν κάνουν ούτε δηλώσεις μαζί του. Θα πρέπει να σοκαρίσθηκε την ημέρα που ο επικεφαλης του ΕΛΚ -μετά από μια συνάντηση μαζί του- δήλωσε ότι «δεν εμπιστεύεται τον Τσίπρα» για να τον πετάξει αμέσως στα κάγκελα ο Γιούνγκερ- που ανήκει στο ίδιο κόμμα- λέγοντας: «Εγώ τον εμπιστεύομαι». Ο Μακρόν, η Μέρκελ, ο Σόιμπλε, ο Ρέγκλινγκ, η Λαγκάρντ … «όλοι Τσίπρα».
Στο σημείο αυτό άρχισε να φαίνεται αυτό που τις τελευταίες ημέρες σχηματοποιείται. Μη έχοντας ισχυρό ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο, αλλά μόνο ισχυρές φιλοδοξίες- και μια πολύ κακή επικοινωνιακή ομάδα -ο σημερινός πρόεδρος της ΝΔ ενστερνίζεται αυτά που θα έπρεπε να απορρίπτει.
Οι προσωπικοί τόνοι, ο πρώτος πληθυντικός, το «δεσμεύομαι» και άλλα αντίστοιχα προσωποποίησαν την υπόθεση της επομένης εκλογικής νίκης. Οι συνεργάτες του που συνέβαλαν σ’ αυτό παράβλεπαν ότι δεν θεωρείται το ισχυρό χαρτί της ΝΔ. Αν θα κερδίσει, δηλαδή, θα κερδίσει ως επικεφαλής της ΝΔ. Δεν θα κερδίσει η ΝΔ επειδή έχει ως επικεφαλής αυτόν.
Αυτή η αντίφαση αφήνει κενό από τα πόδια του το οποίο προσπαθεί να καλύψει βγάζοντας τελείως το εκσυγχρονιστικό κέλυφος της εκλογής του και στρεφόμενος δεξιά. Ενώ ήδη οι αναφορές του στην οικονομία και την κοινωνία έδειχναν ταύτιση με τους ισχυρούς και τα συμφέροντα, η υιοθέτηση μιας συγκεκριμένης ρητορικής τον απομάκρυνε από την κεντροδεξιά ταυτότητα της ΝΔ των Καραμανλήδων.
Ο αντιπρόεδρός του μάλιστα το διακηρύσσει: ποια κεντροδεξιά;. Η ΝΔ είναι η Δεξιά. Αυτό οδηγεί τον πρόεδρο της ΝΔ να χάνει τη μπάλα. Ενώ τα πολιτικά ζητήματα της εποχής είναι γνωστά και προσφέρονται για πολιτική αντιπαράθεση επ’ αυτών, ο ίδιος έχει αποχωρήσει από το μέτωπο της πολιτικής. Κάνει μόνο επικοινωνία – προσωποκεντρικού χαρακτήρα. Δεν υπάρχει η ΝΔ, υπάρχει ο ίδιος. Και από κάτω ο Άδωνις του παίρνει τον κόσμο.
Προ ημερών σε έναν κινηματογράφο ο Γεωργιάδης με παρόντα- δίκην σπόνσορα -τον Σαμαρά συζητούσε με το κοινό του για τους… κομμουνιστές και ποιος έκανε αντίσταση στην «εφταετία», όπως αποκαλούσε τη Χούντα,- για την οποία πάντως αυτή τη φορά δεν είπε ότι άφησε πίσω της μια Δανία του Νότου.
Λίγα 24ωρα αργότερα ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρότι πιέζεται να τον βάλει σε καραντίνα, επισκέφθηκε ένα αστυνομικό τμήμα για να διαπιστώσει τις ζημίες που υπέστη από την επίθεση αγνώστων με μολότοφ το προηγούμενο βράδυ. Από την αυτοψία συμπέρανε ότι ο… Τσίπρας δεν αφήνει την αστυνομία να κάνει τη δουλειά της. Όσοι πάντως τον πήγαν εκεί τη δουλειά τους μια χαρά την έκαναν.
Ο σπουδασμένος επικεφαλής ενός μεγάλου κόμματος αυτοακυρώνεται. Μιλάει με το πνεύμα αστυνόμου Β’ άλλων εποχών. Νόμος, τάξη και ασφάλεια. Σάλπισμα στους νοικοκυραίους: κινδυνεύουν. Κραυγή για τη σωτηρία του «αστικού καθεστώτος» που λένε και οι κολλητοί του.
Διέγραψε την Παπακώστα γιατί τάχθηκε υπέρ της κοινοβουλευτικής ευπρέπειας, αλλά δεν πήγε στη Βουλή για τη συζήτηση επί των εξοπλιστικών και της επίσκεψης Τσίπρα στις ΗΠΑ. Βρίσκεται διαρκώς εκτός θέματος. Προσπαθεί να ανοίξει θέματα εκεί που δεν υπάρχουν…
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διέγραψε έναν δεκαετή κύκλο ως συμπαθής βουλευτής της ΝΔ, παρότι μέλος μιας όχι και πολύ συμπαθούς οικογένειας. Εν συνεχεία υπήρξε μέτριος υπουργός. Αλλά ο κύκλος του ως αρχηγού κόμματος και εν δυνάμει Πρωθυπουργού ενδέχεται να κλείσει νωρίτερα από όσο θα υπέθετε κανείς.
Όχι γιατί, όπως λένε κάποιοι, είναι αρχηγός χωρίς κόμμα -και μάλλον το αντιλαμβάνεται, αν ληφθεί υπόψη ότι προσπαθεί να φτιάξει ένα δικό του. Αλλά γιατί είναι πολιτικός αρχηγός χωρίς πολιτική. Χάνει τη μπάλα για τον ίδιο λόγο που την έχασε, από την πλευρά του, ο Σταύρος Θεοδωράκης: δεν τόχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου