.
Στο "Βήμα της Κυριακής" (27/11) και στον δημοσιογράφο Νίκο Χειλά, έδωσε συνέντευξη ο διακεκριμένος Γερμανός οικονομολόγος Χανς - Βέρνερ Σιν.
Στην συνέντευξη που ακολουθεί, ο διαπρεπής οικονομολόγος εξέφρασε πολύ ενδιαφέρουσες, αλλά και άκρως αποκαλυπτικές απόψεις για την ανάγκη ενός νέου εθνικού νομίσματος και ειδικότερα για τη σχέση του με το χρέος!
ΕΡΩΤΗΣΗ: Έχετε ταχθεί επανειλημμένα υπέρ της αποχώρησης της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Γιατί;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: «Επειδή θέλω να βοηθήσω την Ελλάδα. Αν η χώρα κρατήσει το ευρώ, τότε στην καλύτερη περίπτωση θα υποστεί µια πολύχρονη στασιµότητα, στη χειρότερη έναν εµφύλιο πόλεµο. Η χώρα είναι πολύ ακριβή και έχει ένα γιγαντιαίο έλλειµµα στο ισοζύγιο πληρωµών που δεν θέλει να χρηµατοδοτήσει πλέον κανείς.
Για να µπορέσει να γίνει ανταγωνιστική πρέπει να πέσουν οι τιµές κατά 30%, αν όχι κατά 50%. Και αυτό δεν µπορεί να πραγµατοποιηθεί σε µια νοµισµατική ένωση. Η υποτίµηση είναι αδύνατη επειδή οι τιµές είναι άκαµπτες τόσο προς τα πάνω όσο και προς τα κάτω». ΕΡ: Ο εμφύλιος πόλεμος είναι πολύ πιθανότερος σε περίπτωση κάθετης μείωσης των μισθών. Γιατί δεν γίνεται ανασυγκρότηση της οικονομίας χωρίς υποτίμηση;
ΑΠ: «Ακόµη κι αν τα συνδικάτα έδειχναν κατανόηση, θα παρέµενε το πρόβληµα ότι οι επιχειρήσεις της πραγµατικής οικονοµίας θα εξωθούνταν στη χρεοκοπία, επειδή θα διατηρούσαν τα τραπεζικά τους χρέη σε ευρώ, ενώ ταυτόχρονα η αξία των ενεργητικών τους στοιχείων, όπως τα ακίνητα, θα έπεφτε σε περίπτωση πραγµατικής µείωσης των µισθών και των τιµών. Υπάρχει λοιπόν µόνο µία διέξοδος: η αποχώρηση από την ευρωζώνη και η υποτίµηση όλων των εσωτερικών και εξωτερικών χρεών. Τα ελληνικά χρέη θα µετατραπούν σε δραχµές και η δραχµή θα υποτιµηθεί. Ετσι θα γίνει ξανά η χώρα ανταγωνιστική».
ΕΡ: Η αποχώρηση είναι λοιπόν για εσάς αναγκαστική και αναπότρεπτη...
ΑΠ: «Ναι από οικονοµική άποψη. Σκεφτείτε µόνο τις επιτυχίες που είχαν η Φινλανδία και η Σουηδία µέσω της υποτίµησης τη δεκαετία του ’90. ∆εν εννοώ µε αυτό οπωσδήποτε νοµική αποχώρηση. Η Ελλάδα θα µπορούσε να επαναφέρει προσωρινά τη δραχµή, αλλά να µείνει τυπικά µέλος της ευρωζώνης και αργότερα, µετά την υποτίµηση και τη σταθεροποίηση της οικονοµίας της, να επιστρέψει στη νοµισµατική ένωση».
ΕΡ: Έχει δοκιμαστεί ήδη επιτυχώς αυτή η συνταγή της υποτίμησης στην Ευρώπη του Ευρώ;
ΑΠ: «Φυσικά όχι. Αλλά έχουµε εµπειρίες µε εσωτερικές υποτιµήσεις χωρίς έξοδο από µια νοµισµατική ένωση. Η Ιρλανδία, για παράδειγµα, µείωσε τις τιµές κατά 12% τα τελευταία 4 χρόνια και έγινε πάλι ανταγωνιστική. Σε αυτή τη βάση θα έπρεπε η Ελλάδα να κάνει υποτίµηση κατά 36%. Αναφορικά µε τη Γερµανία, από τότε που ανακοινώθηκε η καθιέρωση του ευρώ, το 1995, και µέχρι το 2008, δηλαδή για 13 χρόνια, η χώρα προέβη σε πραγµατική υποτίµηση κατά 22% – όσο δηλαδή και την τετραετία 1929-1933 υπό τον τότε καγκελάριο Μπρούνινγκ. Μόνο που τώρα είχαµε 13 χρόνια γι’ αυτό. Αυτό ήταν όντως δυνατό, αλλά σε ένα µακρύ χρονικό διάστηµα και όχι χωρίς δυσκολίες. Η Γερµανία υπέφερε πολύ υπό το ευρώ, επειδή υπήρξε µια µαζική έξοδος κεφαλαίων από τη χώρα. Είχαµε το χαµηλότερο ποσοστό επενδύσεων στον ΟΟΣΑ και το χαµηλότερο ποσοστό αύξησης σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Είχαµε µαζική ανεργία – και η αιτία για όλα αυτά ήταν το ευρώ. Αλλά κάναµε πραγ µατική υποτίµηση. Χάρη σε αυτή, η Γερµανία έγινε πάλι ανταγωνιστική. Και αυτή η διαδικασία θα µπορούσε να εφαρµοστεί και στην Ελλάδα, µόνο που εκείνη θα έπρεπε να κάνει διπλάσια υποτίµηση, χωρίς όµως να έχει, όπως εµείς, 13 χρόνια στη διάθεσή της».
ΕΡ: Το αντίθετο μοντέλο είναι μια πολιτική της ανάπτυξης. Τα πλεονάσματα που θα προέκυπταν από αυτήν θα χρησιμοποιούνταν στη συνέχεια για την εξάλειψη των χρεών. Έτσι θα μπορούσαν να αποφευχθούν η υποτίμηση του νομίσματος και η μείωση των εισοδημάτων.
ΑΠ: «Οχι. Η ανάπτυξη ανεβάζει τα εισοδήµατα και µαζί τους και τις εισαγωγές. Η κατάσταση χειροτερεύει έτσι. Το εξωτερικό έλλειµµα ανεβαίνει ακόµη ταχύτερα, το έλλειµµα του ισοζυγίου πληρωµών επίσης. Το ζητούµενο είναι λοιπόν µια επιλεκτική ανάπτυξη, η οποία θα επιτρέπει την αύξηση µόνο της εξαγωγικής οικονοµίας και όχι της εισαγωγικής. Και αυτό γίνεται µόνο µε την υποτίµηση του νοµίσµατος».
ΕΡ: Η Διεθνής Ένωση Τραπεζών IIF προτείνει στην Αθήνα να θέσει τα νέα ελληνικά ομόλογα, που θα αντικαταστήσουν μέσω του κουρέματος τα παλαιά, υπό βρετανικό δίκαιο. Είναι μια καλή πρόταση;
ΑΠ: «∆εν θα το έκανα σε καµία περίπτωση. Η Ελλάδα δεν θα έβγαινε ποτέ πάλι από τον φαύλο κύκλο των χρεών. Ετσι θα έχανε το εργαλείο του κουρέµατος µέσω υποτίµησης, το “hair cut”. Η χώρα θα βρισκόταν στην παγίδα, και µάλιστα για πάντα. Οι επενδυτές θα αποκτούσαν µεγαλύτερες δυνατότητες παρέµβασης στη χώρα. Η Ελλάδα θα έκανε τραγικό σφάλµα εάν επέτρεπε κάτι τέτοιο».
ΥΠΕΡΧΡΕΩΣΗ
ΠΩΣ ΘΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΤΕΙ ΤΟ ΧΡΕΟΣ
ΕΡ: Το πιο αδύναμο σημείο μιας αποχώρησης είναι βέβαια ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει τα χρέη της σε ευρώ.
ΑΠ: «Σε καµία περίπτωση. Η πρότασή µου είναι τα χρέη να µετατραπούν σε δραχµές. Αυτό είναι εφικτό, επειδή τα χρέη αυτά υπόκεινται στο ελληνικό ∆ίκαιο. Το κυρίαρχο ελληνικό κράτος έχει το δικαίωµα να µην τα εξοφλήσει, να τα εξυπηρετεί υπό άλλες προϋποθέσεις, ή να τα µετατρέψει σε δραχµές. Ο τελευταίος είναι και ο µοναδικός δρόµος για να κρατήσει άθικτους τους ισολογισµούς των επιχειρήσεων. Κι αυτό επειδή και στις δύο πλευρές του ισολογισµού, την ενεργητική και την παθητική, θα βρίσκονται δραχµές. Αν αντιθέτως η χώρα παραµείνει στο ευρώ και ρίξει τις τιµές έως ότου γίνει ανταγωνιστική, τότε οι ισολογισµοί των επιχειρήσεων της πραγµατικής οικονοµίας θα διαταραχθούν πλήρως, επειδή τα χρέη στις τράπεζες καθώς και στο εξωτερικό θα µείνουν σε ευρώ. Ετσι θα υποτιµηθούν µόνο τα ενεργητικά στην αριστερή πλευρά της λίστας, κάτι που θα σπρώξει όλους τους δυνατούς θεσµούς, συµπεριλαµβανοµένου και του κράτους, στην υπερχρέωση. Ας υποθέσουµε ότι θα γίνει µια υποτίµηση κατά 50%: τότε, το ελληνικό ακαθάριστο εθνικό εισόδηµα θα πέσει κατά το µισό, ενώ το ποσοστό του ελλείµµατος θα διπλασιαστεί από 150% σε 300%. Μόνο η αποχώρηση από την ευρωζώνη και η µετατροπή των εξωτερικών χρεών σε δραχµές µπορεί να εµποδίσει την αύξηση του ποσοστού χρέωσης».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου