Χωρίς
αμφιβολία, η εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική εξουσία, και στη
συνέχεια η μετάλλαξη της ιδεολογίας και της πολιτικής του, είναι το
σημαντικότερο εσωτερικό γεγονός της χρονιάς που μας πέρασε. Οι εξελίξεις
στη Μέση Ανατολή και η εμπλοκή της Τουρκίας στο βαθύ τέλμα της περιοχής
θα μπορούσε να θεωρηθεί το σημαντικότερο εξωτερικό γεγονός. Και τα δύο,
μπορεί να επαναπροσδιορίσουν τις μεταπολιτευτικές σταθερές της Ελλάδας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εμβόλισε το παλαιό πολιτικό σκηνικό και η μετάλλαξή του το επανέφερε –και συνεχίζει να το επαναφέρει– σε μια ισορροπία. Σήμερα το ΠΑΣΟΚ, που με την παρουσία του σηματοδότησε τη Μεταπολίτευση στην Ελλάδα, ουσιαστικά διαλύθηκε· και η Νέα Δημοκρατία, το κόμμα που διαδέχθηκε μεταπολιτευτικά τη δεξιά και συντηρητική ακολουθία στη χώρα από τα τέλη του 19ου αιώνα, δείχνει να αντέχει. Οι ιδεολογικές σταθερές του φαίνεται να είναι πιο εδραιωμένες στην ελληνική κοινωνία.
Η πρόβλεψη που θα μπορούσε να γίνει στην εσωτερική πολιτική σκηνή είναι πως με τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει, η κυβερνητική πλειοψηφία θα δοκιμαστεί. Θα στηριχτεί όμως από τη δεξιά παράταξη, σε περίπτωση που επιλεγεί ως ηγέτης της, στις 11 Ιανουαρίου, ο εκλεκτός του κληρονόμου του κόμματος, διότι η πεποίθηση που τον διακατέχει είναι πως μόνον με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Τσίπρα στην ηγεσία του είναι δυνατόν να περάσουν τα μέτρα που συμφωνήθηκαν με το τρίτο μνημόνιο.
Σε πολιτικό επίπεδο αυτό θεωρείται αναγκαίο από ένα ευρύ φάσμα δυνάμεων, σε κοινωνικό θα φέρει κάτω από τα όρια της φτώχειας και άλλα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, και σε αξιακό θα αποδομήσει έτι περαιτέρω, ένα σύστημα το οποίο μετά βίας κρατούσε σε συνοχή την ελληνική κοινωνία. Θα μπορούσε να υποστηριχτεί πως αυτήν τη συνοχή την εξασφάλιζαν μέχρι σήμερα παραδοσιακοί θεσμοί, όπως η Εκκλησία και το σχολείο, των οποίων ο ρόλος και το περιεχόμενο της λειτουργίας τους αμφισβητούνται από τις κυρίαρχες δυνάμεις, πρωτοστατούντως του ΣΥΡΙΖΑ.
Η Ευρώπη έχει ανάγκη από μια αριστερή φωνή, αλλά αυτή δεν μπορεί να είναι η γεμάτη συμπλέγματα, καιροσκοπισμό και θεωρητική υστέρηση φωνή του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν υπάρχει στην Ελλάδα πολιτικός σχηματισμός που να μπορεί να τεθεί στην ευρωπαϊκή πρωτοπορία.
Οι σχέσεις με τα Σκόπια παραμένουν σε μια στασιμότητα από την οποία δεν μπορούν να εξέλθουν ούτε το 2016. Η γειτονική χώρα οδεύει την άνοιξη σε βουλευτικές εκλογές, και η εθνικιστική έξαρση θα αποτελέσει κεντρικό στοιχείο του προεκλογικού λόγου των κομμάτων που θα διεκδικήσουν την εξουσία. Οι εμμονές και ακρότητες του σημερινού πρωθυπουργού Νίκολα Γκρούεφσκι ευνόησαν την ελληνική πλευρά. Ο διεθνής παράγων ευνοεί την αντικατάστασή του από τον ηγέτη της σοσιαλδημοκρατικής αντιπολίτευσης Ζόραν Ζάεφ, ο οποίος φέρεται πιο διαλλακτικός στο θέμα της ονομασίας. Μια σύνθετη ονομασία θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή από τον Ζάεφ υπό ορισμένες προϋποθέσεις, γεγονός που θα φέρει σε δύσκολη θέση την ελληνική πλευρά. Στην Αθήνα υπάρχουν δυνάμεις που προτείνουν την υπαναχώρηση της Ελλάδας από τη θέση που υποστηρίχθηκε από την κ. Μπακογιάννη, ως υπουργού Εξωτερικών της κυβέρνησης Καραμανλή, και συνίστατο στην «σύνθετη ονομασία erga omnes». Η θέση τους είναι «καμιά ονομασία που να περιέχει τη λέξη Μακεδονία».
Πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς θα εξέλθει η Τουρκία από το μεσανατολικό τέλμα, αλλά σε περίπτωση που οι συνθήκες το ευνοήσουν, θα πρέπει να υπάρξει τακτική υποχώρηση από τη θέση περί Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας και πολιτικής ισότητας των δύο κοινοτήτων. Η τελευταία θα μπορούσε να αντικατασταθεί από την πολιτική ισότητα των πολιτών, βασική δημοκρατική αρχή που διέπει τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτιμούν διπλωματικοί κύκλοι.
Τερατογένεση που θα βρίσκεται έξω από τις διεθνείς αρχές θα ήταν καταστροφική για την Κύπρο.
Η αμερικανική πίεση και επιμονή οδήγησε σε μια επανενεργοποίηση της τουρκοϊσραηλινής σύγκλισης, αλλά είναι αβέβαιον κατά πόσο η ισραηλινή πλευρά θα αποδεχθεί τον τρίτο τουρκικό όρο που είναι η άρση του αποκλεισμού της Γάζας. Το θέμα έχει να κάνει με την ασφάλεια του Ισραήλ και με θέματα ασφαλείας οι κυβερνήσεις του Ισραήλ δεν παίζουν.
Αν και η εικόνα της Τουρκίας στις ΗΠΑ έχει θολώσει, η κυρίαρχη αντίληψη της κυβέρνησης Ομπάμα, επηρεασμένη από τους νεοσυντηρητικούς που διείσδυσαν στους κόλπους της, βασίζεται στην συνεργασία με την Τουρκία στην περιοχή. Υπάρχουν ωστόσο δυνάμεις που υποστηρίζουν ακόμη και την έξοδο της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ.
Οι εξελίξεις και στο συριακό και στο ιρακινό μέτωπο είναι αρνητικές για την Άγκυρα. Επιδίωξή της είναι να κρατηθεί, όσο μπορεί, ως παράγων των εξελίξεων για να βρίσκεται στο τραπέζι την ώρα της διανομής. Διότι θεωρείται περισσότερο από σίγουρο πως η Μέση Ανατολή θα αναδιανεμηθεί, εκατό χρόνια μετά τη Συμφωνία Sykes-Picot.
Αφού είδε ότι δεν μπορεί να πετύχει τίποτε περισσότερο, η Τουρκία προσπαθεί να εγκατασταθεί στην περιοχή της Μοσούλης και να διεκδικήσει την πόλη την οποία θεωρεί πως άδικα έχασε στον Μεσοπόλεμο από τη Βρετανία. Οι Αμερικανοί, πάντως, της διεμήνυσαν να αποσύρει τα στρατεύματά της από την περιοχή, κάτι που έπραξε μερικώς η Άγκυρα ελπίζοντας πως εντέλει θα της επιτραπεί μια μικρή παρουσία από τους συμμάχους της.
Η Μέση Ανατολή είναι ένα μικρό μέρος από έναν παγκόσμιο επανασχεδιασμό που κάνουν οι ΗΠΑ για να διατηρήσουν την πρωτοκαθεδρία. Στο σχεδιασμό αυτόν πρωτεύουσα σημασία έχει η Συμφωνία Trans-Pacific Partnership, την οποία η Ουάσινγκτον προωθεί με άλλες 11 χώρες του Ειρηνικού.
Η λανθασμένη εντύπωση που δόθηκε ήταν ότι οι ΗΠΑ αποχωρούν από την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, αλλά η προώθηση της νέας πολιτικής τους γίνεται και προς τα δυτικά (Ειρηνικός) και προς τα ανατολικά (Ατλαντικός). Η Ευρώπη, η Μέση Ανατολή, η Κεντρική Ασία και ο Καύκασος αποτελούν ζωτικά στοιχεία αυτής της πολιτικής, που αποβλέπει αφενός στην ασφάλεια και αφετέρου στην κυριαρχία των ΗΠΑ. Προς αυτήν την κατεύθυνση θα δούμε αρκετά τη χρονιά που έρχεται.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εμβόλισε το παλαιό πολιτικό σκηνικό και η μετάλλαξή του το επανέφερε –και συνεχίζει να το επαναφέρει– σε μια ισορροπία. Σήμερα το ΠΑΣΟΚ, που με την παρουσία του σηματοδότησε τη Μεταπολίτευση στην Ελλάδα, ουσιαστικά διαλύθηκε· και η Νέα Δημοκρατία, το κόμμα που διαδέχθηκε μεταπολιτευτικά τη δεξιά και συντηρητική ακολουθία στη χώρα από τα τέλη του 19ου αιώνα, δείχνει να αντέχει. Οι ιδεολογικές σταθερές του φαίνεται να είναι πιο εδραιωμένες στην ελληνική κοινωνία.
Η πρόβλεψη που θα μπορούσε να γίνει στην εσωτερική πολιτική σκηνή είναι πως με τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει, η κυβερνητική πλειοψηφία θα δοκιμαστεί. Θα στηριχτεί όμως από τη δεξιά παράταξη, σε περίπτωση που επιλεγεί ως ηγέτης της, στις 11 Ιανουαρίου, ο εκλεκτός του κληρονόμου του κόμματος, διότι η πεποίθηση που τον διακατέχει είναι πως μόνον με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Τσίπρα στην ηγεσία του είναι δυνατόν να περάσουν τα μέτρα που συμφωνήθηκαν με το τρίτο μνημόνιο.
Σε πολιτικό επίπεδο αυτό θεωρείται αναγκαίο από ένα ευρύ φάσμα δυνάμεων, σε κοινωνικό θα φέρει κάτω από τα όρια της φτώχειας και άλλα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, και σε αξιακό θα αποδομήσει έτι περαιτέρω, ένα σύστημα το οποίο μετά βίας κρατούσε σε συνοχή την ελληνική κοινωνία. Θα μπορούσε να υποστηριχτεί πως αυτήν τη συνοχή την εξασφάλιζαν μέχρι σήμερα παραδοσιακοί θεσμοί, όπως η Εκκλησία και το σχολείο, των οποίων ο ρόλος και το περιεχόμενο της λειτουργίας τους αμφισβητούνται από τις κυρίαρχες δυνάμεις, πρωτοστατούντως του ΣΥΡΙΖΑ.
Η στελέχωση του υπουργείου Παιδείας επιβεβαιώνει την εκτίμηση.Μια δύναμη αυτοκαταστροφής διαλύει κάθε έννοια παιδείας τόσο σε επίπεδο στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης, όπου διαμορφώνεται η συνείδηση του νέου πολίτη, όσο και στην ανώτατη, όπου οι ανάγκες της είναι στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτές που προωθούνται. Ο απόλυτος έλεγχος της ελληνικής κοινωνίας και των θεσμών της είναι η πρώτη προτεραιότητα της νέας πολιτικής κατάστασης, κάτι που εγγυάται ότι τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει στη χώρα σε επίπεδο νοοτροπίας και –κατά συνέπεια– και λειτουργίας.
Η Ευρώπη έχει ανάγκη από μια αριστερή φωνή, αλλά αυτή δεν μπορεί να είναι η γεμάτη συμπλέγματα, καιροσκοπισμό και θεωρητική υστέρηση φωνή του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν υπάρχει στην Ελλάδα πολιτικός σχηματισμός που να μπορεί να τεθεί στην ευρωπαϊκή πρωτοπορία.
Πάντοτε οι ιδέες της ελληνικής Αριστεράς ήταν εισαγόμενες. Ελάχιστες ήταν οι περιπτώσεις αυτόνομης παραγωγής.Στον άμεσο περίγυρό μας οι ελληνοαλβανικές σχέσεις διέρχονται μια παρατεταμένη δυσπιστία που έχει καταλυτικές επιπτώσεις στον ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου, χωρίς να μπορεί η ελληνική πλευρά να υποστηρίξει στοιχειώδη και διεθνώς αναγνωρισμένα δικαιώματά της, ούτε σε θεσμούς όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, τους οποίους η γειτονική χώρα έχει ανάγκη. Η αποδόμηση κάθε έννοιας ισχύος και αποφασιστικότητας της Αθήνας, τα τελευταία αρκετά χρόνια, της αποστέρησε το κύρος που χρειάζεται να διαθέτει για να γίνεται σεβαστή η πολιτική της και οι επιδιώξεις της. Για λόγους παντελώς ανεξήγητους η Ελλάδα συναίνεσε στο να γίνει η Αλβανία μέλος του ΝΑΤΟ, χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Θα ήταν τραγικό λάθος να επαναλάβει την ίδια παραχώρηση στο αλβανικό αίτημα να αρχίσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η άμεση υποστήριξη της αλβανικής κυβέρνησης προς τους τσάμηδες θέτει θέμα συνοριακής αμφισβήτησης, κι αυτό δεν μπορεί η Αθήνα να το αφήνει εσαεί αναπάντητο.
Οι σχέσεις με τα Σκόπια παραμένουν σε μια στασιμότητα από την οποία δεν μπορούν να εξέλθουν ούτε το 2016. Η γειτονική χώρα οδεύει την άνοιξη σε βουλευτικές εκλογές, και η εθνικιστική έξαρση θα αποτελέσει κεντρικό στοιχείο του προεκλογικού λόγου των κομμάτων που θα διεκδικήσουν την εξουσία. Οι εμμονές και ακρότητες του σημερινού πρωθυπουργού Νίκολα Γκρούεφσκι ευνόησαν την ελληνική πλευρά. Ο διεθνής παράγων ευνοεί την αντικατάστασή του από τον ηγέτη της σοσιαλδημοκρατικής αντιπολίτευσης Ζόραν Ζάεφ, ο οποίος φέρεται πιο διαλλακτικός στο θέμα της ονομασίας. Μια σύνθετη ονομασία θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή από τον Ζάεφ υπό ορισμένες προϋποθέσεις, γεγονός που θα φέρει σε δύσκολη θέση την ελληνική πλευρά. Στην Αθήνα υπάρχουν δυνάμεις που προτείνουν την υπαναχώρηση της Ελλάδας από τη θέση που υποστηρίχθηκε από την κ. Μπακογιάννη, ως υπουργού Εξωτερικών της κυβέρνησης Καραμανλή, και συνίστατο στην «σύνθετη ονομασία erga omnes». Η θέση τους είναι «καμιά ονομασία που να περιέχει τη λέξη Μακεδονία».
Για το Κυπριακό, ο Ελληνοκύπριος διαπραγματευτής δήλωσε πριν από ένα μήνα στη Θεσσαλονίκη πως υπάρχει κάποια μικρή πρόοδος και πως θα φανεί σε δύο με τρείς μήνες αν μπορεί να υπάρξει λύση.Διπλωματικοί παρατηρητές, ωστόσο, θεωρούν πως η Τουρκία επιδιώκει την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αντικατάστασή της με το αποτυχημένο πείραμα της βοσνιακής συνομοσπονδίας, όπου απλώς λειτούργησαν δύο ουσιαστικώς ανεξάρτητα κράτη. Εκείνο που επιδιώκεται από την Άγκυρα είναι ο πλήρης έλεγχος του νησιού με τις εγγυήσεις στις οποίες επιμένει, ενώ ο διεθνής παράγων ενδιαφέρεται για την αξιοποίηση της γεωγραφικής θέσης της Κύπρου και του υποθαλάσσιου πλούτου της.
Πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς θα εξέλθει η Τουρκία από το μεσανατολικό τέλμα, αλλά σε περίπτωση που οι συνθήκες το ευνοήσουν, θα πρέπει να υπάρξει τακτική υποχώρηση από τη θέση περί Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας και πολιτικής ισότητας των δύο κοινοτήτων. Η τελευταία θα μπορούσε να αντικατασταθεί από την πολιτική ισότητα των πολιτών, βασική δημοκρατική αρχή που διέπει τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτιμούν διπλωματικοί κύκλοι.
Τερατογένεση που θα βρίσκεται έξω από τις διεθνείς αρχές θα ήταν καταστροφική για την Κύπρο.
Η αμερικανική πίεση και επιμονή οδήγησε σε μια επανενεργοποίηση της τουρκοϊσραηλινής σύγκλισης, αλλά είναι αβέβαιον κατά πόσο η ισραηλινή πλευρά θα αποδεχθεί τον τρίτο τουρκικό όρο που είναι η άρση του αποκλεισμού της Γάζας. Το θέμα έχει να κάνει με την ασφάλεια του Ισραήλ και με θέματα ασφαλείας οι κυβερνήσεις του Ισραήλ δεν παίζουν.
Αν και η εικόνα της Τουρκίας στις ΗΠΑ έχει θολώσει, η κυρίαρχη αντίληψη της κυβέρνησης Ομπάμα, επηρεασμένη από τους νεοσυντηρητικούς που διείσδυσαν στους κόλπους της, βασίζεται στην συνεργασία με την Τουρκία στην περιοχή. Υπάρχουν ωστόσο δυνάμεις που υποστηρίζουν ακόμη και την έξοδο της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ.
Εκεί όμως που τα βρίσκει δύσκολα η Τουρκία είναι στο κουρδικό ζήτημα, στο οποίο Ρώσοι αξιωματούχοι έχουν δηλώσει πως θα υποστηρίξουν ανοιχτά τους Κούρδους στο εσωτερικό της χώρας (Τουρκία).Προσφάτως ο Ερντογάν δήλωσε πως οι Κούρδοι θα ταφούν στις τάφρους που έχουν ανοίξει, και ο Πούτιν έδωσε εντολή στον ρωσικό στρατό να τους προστατεύσει από την τουρκική απειλή. Η Ρωσία χαρακτήρισε την Τουρκία «εμπόλεμη εχθρική απειλή». Τους Κούρδους της Συρίας ενισχύει με όπλα η Ουάσινγκτον, ενώ στο πλευρό τους μάχονται και Καναδοί κομάντο.
Οι εξελίξεις και στο συριακό και στο ιρακινό μέτωπο είναι αρνητικές για την Άγκυρα. Επιδίωξή της είναι να κρατηθεί, όσο μπορεί, ως παράγων των εξελίξεων για να βρίσκεται στο τραπέζι την ώρα της διανομής. Διότι θεωρείται περισσότερο από σίγουρο πως η Μέση Ανατολή θα αναδιανεμηθεί, εκατό χρόνια μετά τη Συμφωνία Sykes-Picot.
Αφού είδε ότι δεν μπορεί να πετύχει τίποτε περισσότερο, η Τουρκία προσπαθεί να εγκατασταθεί στην περιοχή της Μοσούλης και να διεκδικήσει την πόλη την οποία θεωρεί πως άδικα έχασε στον Μεσοπόλεμο από τη Βρετανία. Οι Αμερικανοί, πάντως, της διεμήνυσαν να αποσύρει τα στρατεύματά της από την περιοχή, κάτι που έπραξε μερικώς η Άγκυρα ελπίζοντας πως εντέλει θα της επιτραπεί μια μικρή παρουσία από τους συμμάχους της.
Η Μέση Ανατολή είναι ένα μικρό μέρος από έναν παγκόσμιο επανασχεδιασμό που κάνουν οι ΗΠΑ για να διατηρήσουν την πρωτοκαθεδρία. Στο σχεδιασμό αυτόν πρωτεύουσα σημασία έχει η Συμφωνία Trans-Pacific Partnership, την οποία η Ουάσινγκτον προωθεί με άλλες 11 χώρες του Ειρηνικού.
Η λανθασμένη εντύπωση που δόθηκε ήταν ότι οι ΗΠΑ αποχωρούν από την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, αλλά η προώθηση της νέας πολιτικής τους γίνεται και προς τα δυτικά (Ειρηνικός) και προς τα ανατολικά (Ατλαντικός). Η Ευρώπη, η Μέση Ανατολή, η Κεντρική Ασία και ο Καύκασος αποτελούν ζωτικά στοιχεία αυτής της πολιτικής, που αποβλέπει αφενός στην ασφάλεια και αφετέρου στην κυριαρχία των ΗΠΑ. Προς αυτήν την κατεύθυνση θα δούμε αρκετά τη χρονιά που έρχεται.
- Άρθρο του Παντελή Σαββίδη